- υποκατανάλωση
- [-ις (-εως)] η эк сокращение потребления (по сравнению с производством); недопотребление
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
υποκατανάλωση — η, Ν [κατανάλωση] (οικον.) περιορισμένη κατανάλωση προϊόντων και υπηρεσιών σε σύγκριση με τα αναμενόμενα ή προγραμματιζόμενα επίπεδα κατανάλωσης … Dictionary of Greek
υποκατανάλωση — η ελαττωμένη κατανάλωση προϊόντων συγκριτικά με την παραγωγή τους … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)